Ευρωζώνη «ό,τι να ’ναι»

2.4.13

Του Νίκου Χρυσολωρά

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο της Κύπρου, καθώς και οι εποπτικές αρχές του τραπεζικού της συστήματος, φέρουν βαρύτατες ευθύνες για την de facto χρεοκοπία της χώρας. Εξίσου σαφές είναι ότι η ποικιλόχρους λαϊκιστική παράταξη στην Ελλάδα και την Κύπρο έδειξε και πάλι ότι δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και δεν προσέφερε τίποτε στον δημόσιο διάλογο, εκτός από ανόητους οδυρμούς και άκαιρα χειροκροτήματα. Ομως τα παραπάνω δεν απαλλάσσουν την Ευρωζώνη από τα δικά της ολέθρια λάθη στον χειρισμό του κυπριακού δράματος. Αναφέρω ενδεικτικά τα εξής:

Στις 16 Μαρτίου, ελήφθη μία απόφαση για την Κύπρο, την οποία όλοι οι εμπλεκόμενοι (Eurogroup, ΔΝΤ, Κομισιόν, ΕΚΤ) υπερασπίστηκαν με πάθος από το βήμα...


...της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε εκείνη τη μαραθώνια συνεδρίαση στις Βρυξέλλες. Την επομένη κιόλας, λόγω της θύελλας αντιδράσεων, οι ίδιοι που έλαβαν ομοφώνως την απόφαση ξεκίνησαν συστηματικές διαρροές στον Τύπο, προσπαθώντας να διαχωρίσουν τη θέση τους. Ολοσέλιδα ρεπορτάζ στην Washington Post με διαρροές από το Ταμείο ότι «εμείς ποτέ δεν συμφωνούσαμε με κάτι τέτοιο», δισέλιδα ρεπορτάζ στον ευρωπαϊκό Τύπο, με ανάλογες διαρροές από την Κομισιόν ότι «εμείς είχαμε άλλη άποψη». Οι ίδιοι άνθρωποι που ορκίζονταν, μπροστά μας, το πρωί του Σαββάτου ότι η λύση τους θα δουλέψει, πριν αλέκτορα φωνήσαι την αποκήρυσσαν. Ελπίζω πως δεν θα είμαι παράλογος αν υποστηρίξω ότι αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.

Εν πάση περιπτώσει, μετά το χάος που ακολούθησε, οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης έλαβαν μία τελείως διαφορετική απόφαση. Δικαιολόγησαν την αυτοαναίρεσή τους, λέγοντας ότι δεν μπορεί οι φορολογούμενοι να επωμίζονται το βάρος για τη διάσωση τραπεζών που έκαναν άστοχες επενδύσεις. Το πρόβλημα βεβαίως με αυτό το επιχείρημα είναι ότι μέχρι σήμερα ξεπληρώνονταν, με χρήματα του Ευρωπαίου φορολογούμενου, όλες οι οφειλές των χρεοκοπημένων τραπεζών ακόμη και στον τελευταίο προμηθευτή αναψυκτικών τους. Και ξαφνικά αποφασίστηκε να γίνει ακριβώς το αντίθετο, λες και δεν υπήρχαν ενδιάμεσες λύσεις. Πέρα από τις δραματικές επιπτώσεις που θα έχει αυτή η απόφαση στην κυπριακή οικονομία, καθώς εξανεμίστηκαν τα ταμειακά διαθέσιμα απόλυτα νόμιμων εγχώριων εταιρειών και τέθηκαν περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων, εγείρει και εύλογες υποψίες πως η Ευρώπη ζυγίζει τις κινήσεις της με δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, την επόμενη μέρα αφού είχε «γίνει το κακό» στην Κύπρο, ο πρόεδρος του Eurogroup αποφάσισε ότι ήταν η κατάλληλη συγκυρία να βάλει στο κάδρο της ανασφάλειας και τη Μάλτα και το Λουξεμβούργο. Στη συνέχεια εξέδωσε διορθωτική δήλωση, που δεν έπεισε κανέναν, και έκτοτε οι ομόλογοί του τρέχουν από κανάλι σε εφημερίδα για να μαζέψουν τα ασυμμάζευτα. Στο μεταξύ, εδραιώνεται η εντύπωση ότι η συμπεριφορά της Ευρώπης είναι τελείως αλλοπρόσαλλη και κάθε φορά που υπάρχει πρόβλημα, δεν θα ξέρουμε από πού θα μας έρθει. Το αποτέλεσμα είναι ότι η εκροή κεφαλαίων και η απο-επένδυση από τον Νότο συνεχίζεται, η κοινή αγορά διασπάται και το κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα στις δοκιμαζόμενες χώρες συνθλίβει τις επιχειρήσεις.

Τι θα μπορούσε να είχε αποφασιστεί; Υπό τους γνωστούς αυστηρούς όρους του Μνημονίου, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα μπορούσε να έχει αναλάβει τη διαχείριση των κυπριακών τραπεζών, να τις εξυγιάνει και να τις συρρικνώσει σταδιακά, αντί μέσα σε τρεις ημέρες. Εφόσον το ήθελε, θα μπορούσε επίσης να διώξει τους Ρώσους ολιγάρχες, αντί να τους κάνει μεγαλομετόχους των τραπεζών όπως έγινε τώρα, σε αντιστάθμισμα για τις απώλειες των καταθέσεών τους. Η σχετική πολιτική απόφαση έχει ληφθεί τον περασμένο Ιούνιο αλλά, αντί να εφαρμοστεί, ενταφιάζεται. Ισως τότε να «έβγαινε» και το κυπριακό Μνημόνιο, το οποίο τώρα έχει πέσει έξω πριν καν υπογραφεί, λόγω της διψήφιας ύφεσης που θα προκαλέσει στο νησί το «κούρεμα» των καταθέσεων. Εξάλλου, η όψιμη και επιλεκτική επίκληση «ηθικών διλημμάτων» δεν αναιρεί το γεγονός ότι η συστημική σταθερότητα και η ενότητα της Ευρωζώνης αποτελούν δημόσια αγαθά.

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή.