Ανοικτό πεδίο για σχέσεις συναλλαγής ανάμεσα σε υποψηφίους, επιχειρηματίες και ΜΜΕ στις Ευρωεκλογές

17.2.14


Η θέσπιση σταυρού προτίμησης στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ισχύει και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), όπως οι σκανδιναβικές χώρες, οι Κάτω Χώρες και μερικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά καμία από αυτές δεν έχει τόσο υψηλό δείκτη πολιτικής διαφθοράς όπως η Ελλάδα.

Το 2013 η Ελλάδα κατατάχθηκε στην τελευταία θέση μεταξύ των 28 κρατών-μελών της ΕΕ ως προς τη διαφάνεια στο πολιτικό σύστημά της. Μάλιστα στον κατάλογο της Διεθνούς Διαφάνειας έχει χειρότερες επιδόσεις από τη Σενεγάλη, την Γκάνα, τη Ναμίμπια και τη Ρουάντα.

Παρότι η ανωτέρω κατάταξη αφορά αντιλήψεις για την έκταση της διαφθοράς και όχι περιστατικά διαφθοράς, είναι προφανές ότι το τελευταίο που χρειάζεται η χώρα είναι νέες ευκαιρίες αδιαφάνειας. Το ζήτημα δεν είναι ηθικό. Αντικειμενικά στις ευρωεκλογές η εκλογική περιφέρεια είναι η επικράτεια και σε αυτήν θα προβληθούν περισσότερο εκείνοι που θα υποπέσουν στον πειρασμό της χρηματοδότησής τους από ελληνικές, αν όχι και από ευρωπαϊκές, εταιρείες. Τα κόμματά τους δεν μπορούν να τους στηρίξουν οικονομικά. Με βάση πρόσφατη δήλωση του κοινοτικού επιτρόπου Χοακίν Αλμούνια, η ΝΔ και το ΠαΣοΚ χρωστούν 270 εκατ. ευρώ σε τραπεζικά δάνεια τα οποία εδώ και έναν χρόνο δεν εξυπηρετούνται. Το πεδίο είναι ανοικτό για άτυπες σχέσεις συναλλαγής ανάμεσα σε υποψηφίους, επιχειρηματίες και μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Προκαλεί εντύπωση ότι η κριτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν επικεντρώθηκε στο οξυμένο στη χώρα μας φαινόμενο διαπλοκής του πολιτικού συστήματος με τις επιχειρήσεις. Η κριτική της περιορίστηκε στη μετάθεση της έμφασης των ευρωεκλογών από την αντιπαράθεση των κομμάτων για την ΕΕ στην αντιπαράθεση των υποψήφιων ευρωβουλευτών.

Θα ήταν παράδοξο οι σημερινοί βουλευτές να ψηφίσουν υπέρ μιας ρύθμισης που τους υποβαθμίζει. Οι 21 ευρωβουλευτές που θα εκλεγούν τον Μάιο θα έχουν ως όπλο για την ανάδειξή τους σε μελλοντικές κομματικές ή υπουργικές θέσεις τις εκατοντάδες χιλιάδες σταυρούς που θα λάβουν από τους ψηφοφόρους του κόμματός τους. Συγκριτικά με τους ευρωβουλευτές, ακόμη και οι δημοφιλέστεροι βουλευτές του Εθνικού Κοινοβουλίου θα υπολείπονται ως προς την προβολή και την επιρροή τους.

Είναι άλλωστε προφανές ότι θα πρόκειται για αναπαραγωγή, όχι ανανέωση, του πολιτικού προσωπικού. Τα παλιότερα κομματικά στελέχη, καθώς και όσοι έτσι κι αλλιώς απολαμβάνουν δημοσιότητα (ηθοποιοί, αθλητές κ.ά.), θα έχουν προβάδισμα αναγνωρισιμότητας έναντι των «νέων και άφθαρτων» υποψηφίων.

Ένα εξαιρετικό άρθρο του καθηγητή Δημήτρη Σωτηρόπουλου εδώ.