Χωρίς δημοσιογράφους δεν γίνεται

6.2.14



Με κάποια μικρή καθυστέρηση, θέλω να σας καταγράψω μια εμπειρία μου από την πρόσφατη εκδήλωση με κεντρικό ομιλητή τον Τάσο Γιαννίτση στο Ευρωκοινοβούλιο στην οποία είχα την τύχη να παρευρεθώ μετά από σχετική πρόσκληση των διοργανωτών.

Από την αίθουσα της εκδήλωσης στις Βρυξέλλες, ο πρώην υπουργός εκφώνησε έναν από τους πιο σημαντικούς λόγους των τελευταίων μηνών αναλύοντας με στοιχεία τον κίνδυνο ενός νέου bing bang που θα φέρει νέους μακρόχρονους κύκλους κρίσης στην Ελλάδα.

Ακούγοντας τον και βλέποντας από κάτω αρκετούς Έλληνες δημοσιογράφους, περίμενα ότι στη φάση των ερωτήσεων θα ακολουθήσει καταιγισμός ερωτημάτων για τις προοπτικές της ελληνικής Οικονομίας ενώ κανονικά θα έπρεπε κάποιος με προβοκατόρικη διάθεση να τον ρωτήσει αν θεωρεί ότι το Grexit είναι ακόμα πιθανό.

Κι όμως. Η πρώτη ερώτηση που δέχθηκε από τους δημοσιογράφους ήταν για το πως του φαίνεται η πρωτοβουλία των 58 κι αν σκοπεύει να είναι ο ίδιος υποψήφιος ευρωβουλευτής και η δεύτερη ερώτηση που δέχθηκε ήταν αν θεωρεί ότι το ΠΑΣΟΚ έχει τελειώσει ως κόμμα!

Το πρώτο που με σόκαρε ήταν η παντελής έλλειψη σεβασμού στον ομιλητή. Ένιωσα ότι ακόμα κι αν ο Γιαννίτσης είχε αποφασίσει να αυτοπυρποληθεί πάνω στο βήμα, η πρώτη ερώτηση των δημοσιογράφων θα ήταν και πάλι αυτή που είχαν προαποφασίσει από την Αθήνα, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της ομιλίας.

Το δεύτερο ήταν η ευκολία με την οποία μάντεψα τους τίτλους της επόμενης μέρας. Το περιεχόμενο της ομιλίας από τα περισσότερα ΜΜΕ είχε υποβαθμιστεί και οι τίτλοι έγραφαν «Ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας του με τους 58 αφήνει ο Γιαννίτσης». Ποιος νοιάζεται αν είπε άλλα 1.000 πράγματα; Ο τίτλος να είναι πιασάρικος...

Την επόμενη μέρα της εκδήλωσης, συνέβη όμως και κάτι ακόμα που δεν είχα μπορέσει να προβλέψω. Ο δημοσιογράφος που βρήκε να ρωτήσει τον Γιαννίτση αν έχει τελειώσει το ΠΑΣΟΚ, είχε φροντίσει να διαστρεβλώσει πλήρως και τα λεγόμενα του Μάνου Ματσαγγάνη στην ίδια εκδήλωση, μέσα από την ιστοσελίδα αυτού του πράγματος που λέγεται «Πρώτο Θέμα» και αυτοπροσδιορίζεται ως εφημερίδα.



Απαντώντας στο κίτρινο ρεπορτάζ, ο κ. Ματσαγγάνης σχολίασε στο Facebook:

Η εφημερίδα "Πρώτο Θέμα" μου έκανε την τιμή να αναφερθεί στη χθεσινή ομιλία μου, και συγκεκριμένα στην απάντησή μου σε ερώτηση σχετικά με το Μνημόνιο.

Η πραγματική απάντησή μου ήταν στο στυλ όσων λέω και γράφω τα τελευταία 4 χρόνια. Ότι δηλ. τον Μάιο 2010 η επιλογή ήταν μεταξύ άτακτης χρεωκοπίας και συντεταγμένης υποχώρησης (και μετά ανασύνταξης). Ότι το τελευταίο, που ήταν πολύ προτιμότερο, απαιτούσε ένα είδος Μνημονίου. Ότι εκείνη την εποχή αντί να καταγγέλλουμε το Μνημόνιο θα έπρεπε να φτιάξουμε ένα δικό μας Μνημόνιο, για μείωση των ελλειμμάτων με δίκαιη κατανομή των βαρών (αυτό που ονομάστηκε "δίκαιη λιτότητα"). Και ότι φυσικά τότε - όπως και τώρα - συζητούσαμε άλλα αντ' άλλων.

Αντιγράφω από το ρεπορτάζ του "Πρώτου Θέματος":

"Πάντως ο εκπρόσωπος των "58" κ. Ματσαγγάνης, προκληθείς να δώσει ενα πολιτικό στίγμα της κίνησης τάχθηκε όσο πιο ανοχτά μπορούσε υπέρ της τρόικας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «ένα μνημόνιο χρειαζόμαστε»! Οριοθέτησε έτσι σαφώς την κίνηση των 58 στο φιλομνημονιακό μπλοκ, χωρίς καμία επιφύλαξη, καθώς δεν παρουσίασε το προγραμμα, που έχει επιβληθεί στη χώρα καν ως ένα αναγκαίο κακό, αλλα σαν κάτι απαρραίτητο!!!!"

[Τα 4 θαυμαστικά (όπως και τα 2 "ρ" στη λέξη "απαραίτητο") του συντάκτη.]

Έχω άδικο να πιστεύω ότι όταν στο μέλλον γραφτεί η ιστορία της ελληνικής κρίσης, οι ιστορικοί θα μιλάνε για την (εκούσια ή ακούσια) ηλιθιότητα των Μέσων Ενημέρωσης ως ένα από όσα μας εμπόδισαν να λύσουμε τα προβλήματά μας;

Μιας και ο κ. Ματσαγγάνης μάλλον τα είπε όλα, θέλω απλώς να προσθέσω, μιας και δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι και κάποιοι κάνουν σωστά και έντιμα τη δουλειά τους, ότι χωρίς κανονικούς δημοσιογράφους δεν πρόκειται να πάμε όσα βήματα μπροστά χρειάζεται.

Ένα πρώτο βήμα θα ήταν οι ίδιοι πολίτες να πάψουν να επιβραβεύουν τα διάφορα νούμερα που είδαν φως και μπήκαν στο χώρο της δημοσιογραφίας αλλά και ένα δεύτερο βήμα θα ήταν οι πολιτικοί να αρχίσουν επιτέλους να απομονώνουν όσους κάνουν ό,τι μπορούν για να διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος κομμένος και ραμμένος στα μέτρια μέτρα τους.