Ένα μάλλον μέτριο φωτορεπορτάζ των New York Times για την κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας

23.5.13

Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον των ξένων ΜΜΕ είναι σταθερά στραμμένο στην Ελλάδα και δεν ήταν λίγες οι φορές που ως πολίτες μάθαμε πολύ περισσότερα από τους ξένους δημοσιογράφους παρά από τους Έλληνες.


Παρ' όλα αυτά, δεν είναι λίγες φορές...


...που η χώρα μας έπεσε θύμα των υπερβολών των ίδιων media, τα οποία σχεδόν θεμιτά επιχείρησαν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών τους.

Θέλω να σταθώ σε ένα χθεσινό φωτορεπορτάζ της Liz Alderman που δημοσιεύθηκε στους New York Times το οποίο παρουσιάζει την κατάσταση που επικρατεί γύρω από την Ομόνοια της Αθήνας, με έναν τρόπο μάλλον κάπως χολιγουντιανό. Μια σειρά ασπρόμαυρων και καλλιτεχνικών φωτογραφιών που απεικονίζουν χρήστες ναρκωτικών και πόρνες συνοδεύονται από μια περιγραφή ελαφρώς επιπόλαιη και μάλλον εκτός πραγματικότητας.

Αρχικά, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο ιστορικό της περιοχής, στο ότι δηλαδή δεν ήταν η κρίση που γέννησε το χάος γύρω από την Ομόνοια αλλά μάλλον η ευημερία, στο βαθμό που αυτή προκάλεσε την περιφρόνηση των κυβερνώντων για την κατρακύλα της γειτονιάς.

Επίσης, στο ρεπορτάζ επιχειρείται μια αναλογία μεταξύ της ανεργίας των νέων και της πορνείας ενώ υπάρχει και μια αναφορά σε κάποια έρευνα που φέρεται να δείχνει  ότι τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε κατά 150% ο αριθμός των ανθρώπων που στρέφονται στην πορνεία για να κερδίσουν κάποια χρήματα.

Μιας και ο ως εμπειρικός παρατηρητής της περιοχής έχω διαπιστώσει ότι ο αριθμός των εκδιδόμενων γυναικών μάλλον έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αναζήτησα την αναφερόμενη έρευνα του βρετανικού National Center for Social Research αλλά δεν βρήκα κάτι. Ίσως να μην έψαξα σωστά.

Μπορείτε να ρίξετε κι εσείς μια ματιά εδώ στο επίμαχο ρεπορτάζ αλλά και στα σχόλια των αναγνωστών που μάλλον έπαθαν σοκ από την κατάσταση που περιγράφεται. Χωρίς φυσικά να υποτιμώ το πρόβλημα της Ομόνοιας, το συγκεκριμένο ρεπορτάζ εκτιμώ ότι μεταφέρει μια λάθος εικόνα στους εκατομμύρια αναγνώστες των NYT κι εκτιμώ ότι η Liz Alderman ήταν σε θέση να εξασφαλίσει για τον εαυτό της πολύ καλύτερες πηγές.