Του Σταύρου Τσακυράκη*
Υπάρχουν δύο σοβαροί λόγοι εναντίον της ανάμειξής μου με τη πολιτική. Ο πρώτος σχετίζεται με την ανεξαρτησία μου. Τα τελευταία είκοσι χρόνια είχα την άνεση να γράφω για οποιοδήποτε θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος, χωρίς ποτέ να λογαριάζω αντιδράσεις. Για παράδειγμα, δεν είχα τον παραμικρό δισταγμό να γράψω εναντίον της προσωρινής κράτησης της Σωτηροπούλου, του Εφραίμ, της οικογένειας Τσοχατζόπουλου ή υπέρ της αποφυλάκισης του Σακκά.
Έχω την εντύπωση ότι ακόμη και πολλοί που διαφωνούσαν με τις κατά καιρούς απόψεις μου, αναγνώριζαν ότι υποστηρίζω αρχές και όχι πρόσωπα. Επιπλέον, δεν ήμουν απομονωμένος ούτε μου έλειπε το ακροατήριο. Είχα εύκολη πρόσβαση στον Τύπο (πάντα χωρίς αμοιβή), προσωπικό μπλογκ, ακόμη και ενεργό λογαριασμό στο Facebook. Δεν κινδυνεύω να χάσω την ανεξαρτησία μου συμμετέχοντας σε μια πολιτική κίνηση ή κόμμα; Η πολιτική συμμετοχή, εκ των πραγμάτων, περιορίζει την ανεξαρτησία. Δεν νομίζω ότι χάνει κανείς την ελευθερία του όταν υποστηρίζει αυτά που πιστεύει, αλλά τουλάχιστον πρέπει να παίρνει υπόψη του τον αντίκτυπο που έχουν στη συλλογική προσπάθεια που συμμετέχει.
Τα αντίθετα επιχειρήματα του φίλου καθηγητή Δημήτρη Κυρίτση ήταν πειστικά:
Μην υπερβάλλεις με την ανεξαρτησία. Οι δικές σου ισχυρές απόψεις σχετίζονται με αξίες. Εφόσον με αυτές δεν υπάρχει διαφωνία, η δυνατότητα που έχεις να τις προβάλλεις σε ένα εθνικό ακροατήριο είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτή τη περίοδο. Άλλωστε, ένα κίνημα νέο, που επιδιώκει να επιφέρει ριζικές αλλαγές νοοτροπίας στην κοινωνία έχει ανάγκη από τη δική σου συμβολή. Δεν μπορείς να το υποστηρίζεις, διατηρώντας απόσταση ασφαλείας.
Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την κύρια δουλειά της ζωής μου που είναι το Πανεπιστήμιο. Τα ερωτήματα είναι πολλά. Γιατί ένας καθηγητής που υποτίθεται ότι αγαπά τη δουλειά του κατεβαίνει ως υποψήφιος στις Ευρωεκλογές; Τον γοητεύει η πολιτική εξουσία, την οποία, όπως τόσοι άλλοι, βλέπει ως αποκορύφωση της σταδιοδρομίας του; Έκλεισε με την κύρια δουλειά της ζωής του; Γιατί πιστεύει ότι μπορεί να προσφέρει κάτι από τη θέση του πολιτικού; Ακόμη κι αν θεωρεί ότι είναι καλός δάσκαλος, τι τον κάνει να πιστεύει ότι μπορεί να είναι και καλός πολιτικός; Τόσα χρόνια γιατί δεν το έκανε; Προλαβαίνει κανείς σε μια ζωή να αποδώσει σε δύο σοβαρούς τομείς όπως είναι το Πανεπιστήμιο και η πολιτική;
Από όλα αυτά τα ερωτήματα το πιο βασανιστικό είναι ότι όχι μόνο δεν έχω κλείσει με το Πανεπιστήμιο, αλλά οφείλω ακόμη κάτι σημαντικό. Τα τελευταία χρόνια έχω δημοσιεύσει στο εξωτερικό άρθρα που αφορούν σε μια γενική θεωρία δικαιωμάτων και τα οποία είχαν απήχηση και έδωσαν αφορμή για ένα διεθνή διάλογο (βλ. «Proportionality: an assault on human rights?», «DisproportionateIndividualism», «Is there a general right of non-disclosure?», «Neutrality in the classroom»). Από επιστημονικής πλευράς, οι δημοσιεύσεις αυτές είναι ό,τι πιο ενδιαφέρον έχω γράψει, αλλά απομένει να ολοκληρωθούν με ένα βιβλίο που θα αντιμετωπίζει συστηματικά το θέμα. Το χειρότερο είναι ότι απομένει να αποδοθούν στα Ελληνικά, ώστε να είναι προσβάσιμες σε όλους και αυτό αποτελεί στοιχειώδες καθήκον μου προς το Πανεπιστήμιο.
Πέρα από μια γενική υπόσχεση ότι θα προσπαθήσω να γράψω αυτό το βιβλίο στο μέλλον, δεν έχω πολλά να πω. Παρακαλώ τους φίλους μου να με πιέζουν ασφυκτικά, να μην αφήσουν να ξεχαστεί η εκκρεμότητα.
Τα άλλα ερωτήματα είναι πιο εύκολα. Η πολιτική εξουσία δεν με γοήτευσε ποτέ και σας διαβεβαιώ ότι δεν είμαι επιρρεπής σε γεροντοέρωτες. Δεν θεωρώ ότι το αξίωμα του βουλευτή ή του ευρωβουλευτή είναι συγκρίσιμο με αυτό του καθηγητή. Δεν αλλάζω με τίποτα τον ζωηρό διάλογο με επιχειρήματα που υπάρχει στο ακαδημαϊκό περιβάλλον και πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο συναρπαστικό ακροατήριο στο κόσμο από αυτό των φοιτητών. Δεν πιστεύω, επίσης, ότι επειδή κάποιος είναι μορφωμένος ή έχει ορθές πολιτικές ιδέες διαθέτει άνευ ετέρου τα προσόντα, για να γίνει καλός πολιτικός.
Στη παρούσα φάση αποφάσισα την ενεργό συμμετοχή μου στη πολιτική εξαιτίας μιας αίσθησης έκτακτης ανάγκης και με συγκεκριμένο σκοπό συνεισφοράς. Έκτακτη ανάγκη για να τελειώσουμε με το παλαιοκομματικό πολιτικό κατεστημένο, το οποίο όχι μόνον φέρει βαριές ευθύνες για τη κρίση, αλλά είναι ανίκανο και να δώσει διέξοδο. Πολύ απλά πρόκειται για ένα πολιτικό κατεστημένο που δεν είναι υπερασπίσιμο. Διέξοδο δεν μπορεί να δώσει και μια αντιπολίτευση που επιδιώκει την αναπαραγωγή του ίδιου αποτυχημένου κράτους με μόνη διαφορά να είναι δική της η διοίκηση. Αυτό εξηγεί και τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού κινήματος που θα αλλάξει ριζικά νοοτροπίες και πρακτικές. Θεώρησα ότι πρέπει να συμβάλω σε αυτή την προσπάθεια
Η δική μου συνεισφορά αποσκοπεί στην εναλλαγή γενεών στην εξουσία. Θα κάνω το παν για να βοηθήσω νέους ανθρώπους να αναλάβουν τη διεύθυνση της χώρας. Δεν πρόκειται για κολακεία (και προφανώς αντιλαμβάνομαι ότι η ηλικία από μόνη της δεν είναι προσόν) αλλά για ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Εκείνοι που έχουν μπροστά τους το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους πρέπει να να μπορούν να καθορίζουν τη τύχη τους.
*Ο Σταύρος Τσακυράκης είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποψήφιος με το Ποτάμι στις προσεχείς Ευρεωκλογές. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο προσωπικό του blog.
--
Κατεβάστε την εφαρμογή της Παραπολιτικής για κινητά τηλέφωνα και tablet από το iTunes κι από το Google Play.