Πάμε για καφέ; Ο Έλληνας και η σχέση του με την υψηλή τέχνη σήμερα

1.5.08

Από τον Βύρωνα, στο πόντιουμ της Εθνικής Ορχήστρας της Ρωσίας
και φέτος το καλοκαίρι της Όπερας του Παρισιού.

.
Σύμφωνα με κάποιους ταξιδιωτικούς οδηγούς (εδώ) οι κάτοικοι του τεράστιου αυτού χωριού, που απλώνεται από την Πεντέλη ως τον Πειραιά, έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: είναι πάντοτε αγχωμένοι, φορούν όλοι μαύρα ρούχα («σαν φυλή που πενθεί»), είναι εργατικοί για να αντέξουν το υψηλό κόστος ζωής. Προ πάντων πίνουν πολλούς καφέδες και τα βράδια το ρίχνουν έξω: «Όλη η πόλη δείχνει να κινείται με καύσιμο την καφεΐνη και τα τσιγάρα». «Όταν ρωτήσεις έναν Έλληνα “Τι κάνεις”, θα σου πει “τρέχω!” αλλά αν τον καλέσεις για καφέ θα καθίσει μερικές ώρες». Στους οδηγούς επισημαίνεται ότι στην ιεροτελεστία του φραπέ και του φρέντο συζητούνται σημαντικά θέματα των ανθρωπίνων σχέσεων και ανταλλάσσονται πληροφορίες, οπότε «αν κάποιος σας πει να πάτε για καφέ να είστε προετοιμασμένοι για όλα» ή επίσης «τελικά στη χώρα αυτή οι γυναίκες λύνουν τα προβλήματα και οι άνδρες πίνουν ατέλειωτους καφέδες», όπως γράφει ο έγκυρος Lonely Planet.
.
Ειδική μνεία γίνεται για τα μπουζούκια αλλά και τα σκυλάδικα (dog houses, dog clubs, καθώς οι τραγουδίστριες ουρλιάζουν σαν σκύλοι) για τα οποία το Time Out αναφέρει ότι «είναι μια συναρπαστική εμπειρία αν ασχολείται κανείς με κοινωνική ανθρωπολογία αλλά όχι για να ακούσει καλή μουσική». Εκεί πάντως, μας βγαίνει και η «βαλκανική πτυχή του χαρακτήρα μας, η οποία μας ωθεί να διασκεδάσουμε λες και δεν υπάρχει αύριο». Η ποπ σκηνή υπάρχει σε όλους τους οδηγούς. Η Άννα Βίσση είναι η Ελληνίδα Μαντόνα, η Πέγκυ Ζήνα η ελληνική εκδοχή της Μπρίτνεϊ Σπίαρς, ο Μιχάλης Χατζηγιάννης είναι ο top of the pop και ο Σάκης Ρουβάς ο χορός μέχρι καρδιακής προσβολής. Επισημαίνεται δε ότι η συνήθεια να σπάμε πιάτα έχει αντικατασταθεί με το να πετάμε λουλούδια.
.
Εντούτοις, μέσα από αυτή την αχανή τσιμεντούπολη με το σύνθετο πολιτισμικό μωσαϊκό, βγαίνουν ακόμα και σήμερα κάποιοι άνθρωποι, που το «άστρο» τους έχει φτάσει πολύ ψηλά και εκτός συνόρων.
.
Σήμερα, θα ήθελα να παρουσιάσω, τον «άγνωστο» στην Ελλάδα, Θεόδωρο Κουρεντζή.
.
Ο Βασίλης Αγγελικόπουλος έγραφε πέρσι στην Καθημερινή για την εκρηκτική προσωπικότητα του νεαρού καλλιτέχνη: «Εικοσάρης άφησε τις γειτονιές του Βύρωνα, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, για να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές στην Αγία Πετρούπολη. Μέσα σε δέκα χρόνια το αστέρι του ανέβηκε τόσο ψηλά στο μουσικό στερέωμα της αναγεννώμενης από τις στάχτες της Ρωσίας, που έφτασε να αναγνωρίζεται ως διάδοχος των μεγάλων μαέστρων της. Σήμερα, στα 35 του, το κοινό γεμίζει ασφυκτικά τα θέατρα σε κάθε του εμφάνιση, ενώ έχει ήδη σωρεύσει πλήθος διακρίσεων - μεταξύ αυτών «Μαέστρος της Χρονιάς» το 2005 και «Καλύτερος Μαέστρος του Μουσικού Θεάτρου» (όπερα, μπαλέτο κ.λπ.) το 2007.
.
Ο αρχιμουσικός σήμερα Θεόδωρος Κουρεντζής διαθέτει ταλέντο με το παραπάνω, αλλά δεν επενδύει μόνο σε αυτό. Έχει αποκτήσει το όνομα του εργασιομανούς: οι μουσικοί δεν έχουν ωράριο στις πρόβες τους, γιατί δουλεύουν μέχρι τελικής πτώσεως. Μόλις στα τριάντα πέντε του έχει πιάσει τις βουνοκορφές: στα είκοσι τρία του διηύθυνε τη Φιλαρμονική της Αγίας Πετρούπολης. Και η συνέχεια ήταν το ίδιο συναρπαστική, αφού στάθηκε στο πόντιουμ της Συμφωνικής τής ίδιας πόλης, της Ορχήστρας του Θεάτρου Μαριίνσκι, της Ρωσικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας, των Βιρτουόζων της Μόσχας, της Εθνικής Ορχήστρας της Ρωσίας. Φέτος τον περιμένει η Όπερα του Παρισιού, όπου θα ανεβάσει τον «Ντον Κάρλο» του Βέρντι.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο το ότι ανακηρύχθηκε από τον ρωσικό Τύπο «Μαέστρος της Χρονιάς» και πέρσι τιμήθηκε με τη «Χρυσή Μάσκα» καλύτερου αρχιμουσικού μουσικού θεάτρου της Ρωσίας. Το στοίχημα με τη διεύθυνση του λυρικού θεάτρου το κέρδισε όμως, όταν ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Νοβοσιμπίρσκ της Σιβηρίας. Παράλληλα, ίδρυσε το μουσικό σύνολο «Musica Aeterna» και τη χορωδία «New Siberian Singers» (διεύθυνση: Βιατσεσλάβ Ποντιέλσκι), με τα οποία αναζητάει το διαφορετικό στη μουσική είτε με όργανα εποχής, είτε με ηλεκτρονικά μέσα.
.
Πιστεύει στον εαυτό του ο Θεόδωρος Κουρεντζής. Ωστόσο δεν μπορεί να κρύψει ότι τον ευνόησε η συγκυρία, όταν βρέθηκε στη Ρωσία: «Έτυχε να βρεθώ στην πρώτη φάση, όταν οι πρώην λαϊκές δημοκρατίες δεν υπήρχαν πια. Από την πλευρά μου προσπάθησα να ανανεώσω το ρωσικό μουσικό ύφος, που είχε λιμνάσει. Αυτή την κατεύθυνση ακολούθησα, όμως σε τρεις παράγοντες χρωστώ την ανέλιξή μου: ο πρώτος ήταν η συγκυρία, ο δεύτερος ήταν η τύχη και ο τρίτος τολμώ να πω ότι ήταν ζήτημα Θεού» (εδώ).
.
Πηγαίνοντας λοιπόν για καφέ, ας έχουμε κατά νου και τον «Καλύτερο Μαέστρο του Μουσικού Θεάτρου» στην Ρωσία, καθώς θα κουβεντιάζουμε για τον Ψινάκη, τον Σάκη Ρουβά και την Πέγκυ Ζήνα...

από το αξιόλογο blog του Άλκιμου