Πες τα ρε Αντώνη...

2.7.08



Οσοι ήξεραν τον Νίκο Σεργιανόπουλο γνώριζαν και την εσωστρέφειά του. Τώρα πώς κατόρθωσε μετά θάνατον να αποκτήσει τρεις χιλιάδες φίλους, που να μπορούν να μιλάνε για τις συνήθειες και τον χαρακτήρα του, είναι από εκείνα τα θαύματα που μόνο τα πρωινάδικα και τα μεσημεριανάδικα μπορούν να πετύχουν. Για ένα μήνα όποιος δήλωνε φίλος του μακαρίτη είχε εξασφαλισμένο τηλεοπτικό χρόνο. Τέλος πάντων, ένα κωλοχώρι είναι η Ελλάδα και ούτε εγκλήματα της προκοπής δεν έχει για να ασχοληθεί ο κόσμος… Οταν όμως τελείωσαν οι «φίλοι», όταν τελείωσαν τα «σοκ από τα λουλούδια που κάποιοι πέταξαν από την πόρτα του Νίκου», όταν αιμοσταγείς gay δεν συλλαμβάνονταν και hitmen του καρτέλ της κοκαΐνης δεν αποκαλύπτονταν, έπρεπε να βρεθούν νέα ονόματα για να μην «πεθάνει» η ιστορία. Και ανακαλύφτηκε ο δολοφόνος της περασμένης Παρασκευής. Το όνομά του οι περισσότεροι φυσικά το ακούσατε και φυσικά δεν το επαναλαμβάνω. Μέσα όμως σε μια μέρα ο «δολοφόνος» είχε συλληφθεί, είχε αφεθεί ελεύθερος και κάτω από το βάρος των τύψεών του είχε προλάβει να αυτοκτονήσει. Μιλάμε για υπερκόπωση. Οχι του δολοφόνου, αλλά της μαζικής μαλακίας. Aπό πού το είχε μάθει όλος ο κόσμος; Από ένα φίλο, που είχε μιλήσει με μια κομμώτρια, που είχε κάνει μιζανπλί σε μια φίλη του φίλου του δολοφόνου. Τώρα το λάθος του ανθρώπου που πληρώνει τη φήμη είναι ότι πήγε και σήκωσε το φέρετρο στην κηδεία του φίλου του. «Καμία χώρα για παλιούς φίλους» και το μόνο που με στενοχωρεί είναι ότι δεν εμφανίζεται ένας Χαβιέ Μπαρντέμ να καθαρίσει πενήντα τηλεοπτικούς μαλάκες και μια χιλιάδα ηλίθιους που κάθονται και τους ακούνε.
Από το σημερινό άρθρο του Αντώνη Πανούτσου στην Sportday