Του Θανάση Οικονόμου*
Η αμηχανία που νιώθει η κοινωνία, που κουρασμένη αναζητά αν όχι τον
εκφραστή μιας ολοκληρωμένης πρότασης, τουλάχιστον τον συντονιστή μιας
σοβαρής προσπάθειας, δεν είναι μόνο προσωρινή απόρροια της κρίσης. Είναι
το αναμενόμενο συναίσθημα της Ελλάδας που αν και κατάφερε κατά καιρούς
πολλά, δεν κατόρθωσε ποτέ να βρει το νόημα της δικής της νεωτερικότητας
και να στηριχθεί σε μια αυτόχθονα βάση δημιουργικότητας. Σχεδόν πάντα
αναζητήσαμε την εθνική μας...
...διαφορετικότητα μέσα από έννοιες αφηρημένες
και πολυάριθμες αυταπάτες, ενώ παράλληλα αντιλαμβανόμασταν τους κανόνες
του δυτικού πολιτικού παιχνιδιού ρητορικά. Σπάνια, όμως, με εκείνο τον
ορθολογισμό που απαιτείται για να έχεις σταθερά ουσιαστική παρουσία και
κατά περίπτωση -όταν το χρειάζεσαι- διαπραγματευτική ισχύ.
Μέσα σε
αυτή την ανάγνωση της πραγματικότητας οι θεσμοί και οι ρόλοι πήραν τις
ανάλογες διαστάσεις. Το πολιτικό σύστημα θεώρησε ως κεντρική δουλειά του
το «χάιδεμα», την ευγλωττία και όχι τη στρατηγική των πράξεων. Η
πολιτική δεν έγινε ποτέ αντιληπτή ως μια σαφής τεχνική σκέψη στις
αναζητήσεις ενός συνόλου. Η έννοια της «δυνατότητας» πήρε τον ορισμό του
ευσεβούς πόθου και όχι της πραγματοποίησης.
Σήμερα λοιπόν, που
αυτή η λογική είναι προφανές ότι δεν λειτουργεί και ούτε μπορεί να
επανέλθει, γίνεται πιο επικίνδυνη η ρητορική ότι «δεν έχει μείνει
τίποτε, δεν μας έχει μείνει κανείς», που ασυντόνιστα αλλά οπωσδήποτε
προσθετικά διακινούν οι φοβικοί της αλλαγής, οι υπεύθυνοι της σημερινής
κατάστασης και όσοι επιθυμούν να γίνουν νέοι μαυραγορίτες. Αυτή η έξαρση
του λαϊκισμού σε συνδυασμό με την αυτοταπείνωση και την αυτοακύρωση των
δημοκρατικών θεσμών, προκρίνει την αναμονή ενός ηγέτη «μεσσία»,
οδηγώντας τελικά σε κατεύθυνση αντίθετη με τη δημοκρατία.
Απέναντι
σε αυτή τη λογική που κάνει μόνο κακό ακόμη και τώρα που δεν έχει σαφές
και ενιαίο πολιτικό σχέδιο, καλείται να τοποθετηθεί με σαφήνεια η
Κεντροαριστερά. Αλλά και όσοι αντιλαμβάνονται πόσο επικίνδυνο είναι το
παιχνίδι του λαϊκισμού. Προστατεύοντας «αυτά που μας έχουν μείνει» μέσα
από τη ριζοσπαστικοποίησή τους, με μεγάλες και ανατρεπτικές
μεταρρυθμίσεις.
Και «αυτά που μας έχουν μείνει» είναι επαρκής ύλη
για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας ξανά. Πρώτον, να
εμπλουτίσουμε τους δημοκρατικούς θεσμούς δίνοντάς τους νέο νόημα. Από
τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα μπορούν να τεθούν οι όροι για μια υγιή
λειτουργία του κράτους, προκειμένου να παραχθεί αισιοδοξία αλλά και οι
πρακτικές δυνατότητες για τη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου.
Δεύτερον,
να κατανοήσουμε ότι παρά τις περιπέτειές μας, συνεχίζουμε να είμαστε
προστιθέμενη αξία για την Ευρώπη συμμετέχοντας στο «μεγάλο τραπέζι»,
ανεξάρτητα από την οικονομική μας δύναμη. Τρίτον, να παραμείνουμε στη
Ζώνη του Ευρώ, γεγονός που μας δίνει τη δυνατότητα να αναφερόμαστε σ’
ένα πλαίσιο πολύ μεγαλύτερο από το εθνικό και να μπορούμε να
παρακολουθούμε τις εξελίξεις, ενταγμένοι σ’ ένα ισχυρό, παγκοσμίως,
σύστημα. Και τέταρτον, να αντιληφθούμε ότι ο λαϊκισμός είναι ένα δημόσιο
ψέμα προς ιδιωτικό όφελος.
Αυτά τα δεδομένα οφείλει, κατά τη
γνώμη μου, να εντάξει σήμερα στη σύγχρονη αντίληψη της η χώρα μας. Ισως
έτσι «όσα μας έχουν μείνει» να αποκτήσουν και τους ορθολογικούς όρους
που απαιτούνται για να μην κοπιάζουμε μόνο, αλλά και να δημιουργούμε.
*Ο κ. Θανάσης Οικονόμου είναι βουλευτής Ιωαννίνων του ΠΑΣΟΚ. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 29 Ιανουαρίου του 2012.