Κλινικές μελέτες, μια τεράστια χαμένη ευκαιρία για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (και όχι μόνο)

23.9.16


Αν κάποιος είχε το κουράγιο να αναλύσει τις ομιλίες όλων των Ελλήνων πολιτικών στα χρόνια της κρίσης, είμαι αρκετά βέβαιος ότι θα έβρισκε ότι η λέξη «ανάπτυξη» είναι με διαφορά εκείνη που έχει χρησιμοποιηθεί πιο πολύ, τόσο που σήμερα μάλλον κανείς δεν θυμάται τι ακριβώς σημαίνει.

Συνήθως, η σχετική συζήτηση ξεκινά με την ανάγκη προσέλκυσης μεγάλων ξένων επενδύσεων, συνεχίζει με προτροπές επιστροφής στην ύπαιθρο και την αγροτική παραγωγή και ολοκληρώνεται... εντυπωσιακά με αναφορές στη νεανική επιχειρηματικότητα και στις start-up επιχειρήσεις.

Έπειτα όμως από τόσα χρόνια ύφεσης, σε κανέναν από τους παραπάνω κλάδους δεν έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδο, ίσως γιατί τελικά γύρω μας δεν έχουν αλλάξει και τόσα πολλά. Οι φορολογικοί κανόνες εξακολουθούν να αλλάζουν κάθε 5-6 εβδομάδες, η ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης παραμένει εξωφρενικά χαμηλή ενώ παράλληλα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να αδυνατεί να ενθαρρύνει το όποιο επιχειρηματικό ρίσκο.

Κυνηγώντας τη «μαγική λύση» μιας μεγάλης ξένης επένδυσης ή της σύλληψης μιας καινοτόμου ιδέας που θα γεννήσει το νέο Facebook, μικρή σημασία έχει δοθεί στην παροχή κινήτρων μεγαλύτερης ανάπτυξης στις πολλές μεγάλες επιχειρήσεις που ήδη δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, σε εκείνες δηλαδή που γνωρίζουν πια το επιχειρηματικό περιβάλλον, την κουλτούρα και το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας.

Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί ο κλάδος των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, ο οποίος αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης και εξωστρέφειας της εθνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων για το πρώτο εξάμηνο του 2016, η αξία των εξαγωγών συσκευασμένων φαρμάκων άγγιξε τα 352 εκατομμύρια ευρώ, αποτελώντας ουσιαστικό το πλέον σημαντικό εξαγώγιμο προϊόν της χώρας, μετά τα πετρελαιοειδή.

Μπορούν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις να συμβάλουν ακόμα περισσότερο στην πολυπόθητη ανάπτυξη; Φυσικά, αρκεί να πάψει επιτέλους η χώρα μας να είναι ουραγός στις κλινικές μελέτες.

Περισσότερα στην Athens Voice.