Το σκάνδαλο του δανεισμού των κομμάτων

21.11.11

Εξηγεί με άρθρο του στην Καθημερινή ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος :

Δυστυχώς, ο ισχύων ν. 3023/2002 για τη χρηματοδότηση των κομμάτων είναι διάτρητος. Τρεις είναι οι σημαντικότερες «αμαρτίες» του, τις οποίες, παρά τις έντονες επισημάνσεις διεθνών οργανισμών (όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Διεθνής Διαφάνεια), ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία προστατεύουν ως κόρην οφθαλμού:

Πρώτον, η Επιτροπή που ο νόμος αυτός έχει συστήσει για τον έλεγχο των δαπανών κομμάτων και υποψηφίων δεν είναι ανεξάρτητη. Προεδρεύεται από τον αντιπρόεδρο της Βουλής και σε αυτήν μετέχουν κατά...


...πλειοψηφία βουλευτές όλων των κομμάτων, που βέβαια, κατά κανόνα, αλληλοκαλύπτονται. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η συμμετοχή σε αυτήν, τριών ανώτατων δικαστών (σύμφωνα με το αναθεωρημένο άρθρο 29 παρ. 2 του Συντάγματος) λειτουργεί περισσότερο ως άλλοθι, παρά ως εγγύηση διαφάνειας.

Δεύτερον, το ύψος της κρατικής χρηματοδότησης (τακτικής και εκλογικής) ορίζεται ως ποσοστό των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Τούτο σημαίνει ότι καταβάλλεται βρέξει χιονίσει, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν το κράτος θα πραγματοποιήσει ή όχι τα προϋπολογισθέντα έσοδα. (Εξ ού και η «αυτόματη» αύξηση της φετινής χρηματοδότησης έναντι της περσινής, παρά τη μεγάλη υστέρηση των κρατικών εσόδων).

Τρίτον, ο νόμος 3023/2002 είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του σημερινού κομματικού καρτέλ. Αυτό φαίνεται από το ότι αποκλείει από την εκλογική χρηματοδότηση τα νεοεμφανιζόμενα κόμματα, και από την τακτική όσα δεν συγκέντρωσαν ένα ελάχιστο ποσοστό στις τελευταίες εκλογές ή ευρωεκλογές. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν ευνοούν βέβαια την ανανέωση του πολιτικού συστήματος, για την οποία οι πάντες κόπτονται, τουλάχιστον στα λόγια. Η αντισυνταγματικότητά τους, την οποία είχε το θάρρος να αναδείξει το Συμβούλιο της Επικρατείας στην υπόθεση της «Δράσης», καθίσταται ακόμη πιο κραυγαλέα αν λάβει κανείς υπ’ όψιν τον κατ’ ουσίαν αποκλεισμό των νεοεμφανιζόμενων κομμάτων και από τα μέσα ενημέρωσης, αφού, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, δεν τους επιτρέπεται να αγοράζουν ραδιοτηλεοπτικό χρόνο ούτε καν στα ιδιωτικά κανάλια.

Στις «αμαρτίες» αυτές της ισχύουσας νομοθεσίας επιχειρεί να θέσει τέρμα το προαναφερθέν προσχέδιο νόμου, αντιπροτείνοντας ρυθμίσεις που εναρμονίζονται προς τα ισχύοντα στις συνταγματικά ωριμότερες δημοκρατίες. Ως διάδοχος του κ. Ραγκούση στο υπουργείο Εσωτερικών, ο κ. Καστανίδης το έθαψε. Ηδη, ο κ. Γιαννίτσης το έχει στα χέρια του και θα μπορούσε θεωρητικά να το προωθήσει. Θέλω να πιστεύω ότι, εκτός από τον νέο πρωθυπουργό, θα τον υποστηρίξει και ικανός αριθμός βουλευτών. Αρκεί αυτοί να ξεπεράσουν τη βέβαιη αντίδραση των κομματικών μηχανισμών. Εχοντας επιβάλει τη λύση Παπαδήμου, την οποία οι ηγεσίες τους δεν επιθυμούσαν, οι βουλευτές αυτοί έδειξαν ότι μπορούν να τα καταφέρουν. Αρκεί να πιστέψουν στις δυνάμεις τους.

Αξίζει να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.