
Η τελευταία διάκριση είναι μεταξύ όσων εργάζονται σε «βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα» και όσων όχι (οι πρώτοι συνταξιοδοτούνται 5 έτη νωρίτερα με πλήρη σύνταξη). Είναι χαρακτηριστικό ότι στο καθεστώς αυτό υπάγεται το 40% των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ – σε μια χώρα χωρίς βαριά βιομηχανία. Η λίστα με τα σχετικά επαγγέλματα προκαλεί θυμηδία: συνοδοί εδάφους, παρουσιαστές τηλεόρασης, κομμωτές, σερβιτόροι κ.ά. Το καθεστώς αυτό επεκτάθηκε το 2002 στον δημόσιο τομέα: υποψήφιοι προς ένταξη είναι δεσμοφύλακες, κτηνίατροι, συντηρητές έργων...
...τέχνης κ.ά. Ιστορικά, η ένταξη στα «βαρέα και ανθυγιεινά» ήταν ένα είδος αποζημίωσης για το χαμηλό προσδόκιμο επιβίωσης κάποιου επαγγέλματος (π.χ. μεταλλωρύχοι).
Αμφιβάλλω αν υπάρχει έστω και ένας κομμωτής (ή κτηνίατρος) που να φοβάται ότι θα ζήσει λιγότερο επειδή είναι κομμωτής (ή κτηνίατρος). Εν τω μεταξύ, στις οικοδομές, στα δημόσια έργα και αλλού δεκάδες εργαζόμενοι χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους – αλλά αυτοί είναι ξένοι και ανασφάλιστοι, άρα για αυτούς δεν μιλά κανείς. Τα προηγούμενα φιλοτεχνούν την εικόνα ενός «κράτους πελατειακών παροχών», όπου τα δικαιώματα συνήθως κατανέμονται ανάλογα με την ισχύ, σπανίως ανάλογα με την ανάγκη.