Κατά την παρέμβασή της η κ. Ποδηματά επεσήμανε ότι από την πλευρά της Κυβέρνησης «αυτό αποδίδεται στις πιέσεις της Τρόικα για να υπάρξει εδώ και τώρα αποτέλεσμα στο αίτημα για 2000 απολύσεις...
...από το δημόσιο μέχρι το τέλος του μήνα» ενώ παρατήρησε ότι γι αυτό ευθύνεται το γεγονός ότι μέχρι σήμερα «δεν μπόρεσε η Κυβέρνηση να υλοποιήσει ένα αξιόπιστο σχέδιο ουσιαστικής αναδιάρθρωσης και για να αποφύγει εμπλοκές με τη χρηματοδότηση και τις δόσεις έκλεισε εν μία νυχτί τη δημόσια ραδιοτηλεόραση».
Απευθυνόμενη προς τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής η Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έθεσε σειρά ερωτημάτων. «Συμφωνεί η Επιτροπή ως μέλος της Τρόικα με το κλείσιμο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα; Μπορεί κατά την Επιτροπή η Δημοκρατία να εντάσσεται σε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης; Γίνονται περικοπές στη Δημοκρατία;» και ζήτησε από την Επιτροπή να πάρει θέσει γιατί όπως τόνισε
«Μπορεί κατά την Επιτροπή η Δημοκρατία να εντάσσεται σε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης;»
Ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Olli Rehn λαμβάνοντας το λόγο απάντησε στα σχετικά ερωτήματα επισημαίνοντας ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε γνώση της απόφασης της Κυβέρνησης της Ελλάδας να κλείσει την ΕΡΤ, τον κρατικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα, όμως το κλείσιμο είναι μια ανεξάρτητη απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Η Επιτροπή δεν ζήτησε το κλείσιμο της ΕΡΤ. Ωστόσο, η Επιτροπή με κανένα τρόπο δεν αμφισβητεί τη δυνατότητα της Κυβέρνησης να χειριστεί τα του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα».
Επιπλέον τόνισε ότι «η Επιτροπή κατανοεί ότι από ελληνικής πλευράς καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες για να εκσυγχρονιστεί η ελληνική οικονομία και κατανοεί τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το προσωπικό της ΕΡΤ, ενώ θεωρούμε ότι οι ανακοινωμένες απολύσεις θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο του νόμου και των διατάξεων που προβλέπονται».
Ειδικότερα για το ρόλο της κρατικής ραδιοτηλεόρασης ο κ. Rehn επεσήμανε ότι «η Επιτροπή στηρίζει το ρόλο που παίζουν οι κρατικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς ως ένα αναπόσπαστο τμήμα της δημοκρατίας. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ καθιστά σαφές ότι οι στρατηγικές αποφάσεις για τους κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών-μελών και άρα η Επιτροπή δεν μπορεί να υπαγορεύσει σε ένα κράτος τι θα κάνει με τους κρατικούς φορείς. Η Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται και εκτιμούν τον πλουραλισμό και την ποιότητα των μέσων ενημέρωσης» και κατέληξε λέγοντας ότι η Επιτροπή «χαιρετίζει την απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης να ορίσει έναν διαμεσολαβητή ο οποίος θα ασχοληθεί ακριβώς με τον ραδιοτηλεοπτικό φορέα και την εξυγίανση των οικονομικών του φορέα αυτού».