Όσο δεν πηγαίνουμε κάπου, όσο μισεί ο ένας τον άλλον

19.9.13

Διαβάζω και ξαναδιαβάζω ότι η λύση στα πάντα είναι η απαγόρευση λειτουργίας της Χρυσής Αυγής. Προσωπικά, διαφωνώ απόλυτα αλλά μπορεί και να κάνω λάθος.

Μπορεί κάποιος όμως να μου εξηγήσει με συγκεκριμένο τρόπο, τι ακριβώς θα προκαλέσει η απαγόρευση της Χρυσής Αυγής; Τι ακριβώς θα αλλάξει αυτή τη στιγμή;


Γιατί αν πριν από μια εβδομάδα ή πριν από ένα μήνα είχε απαγορευθεί η Χρυσή Αυγή, δεν θα σκότωνε ο φασίστας τον Παύλο Φύσσα στο Κερατσίνι; Τι ακριβώς θα τον εμπόδιζε; Η νομιμότητα του όπλισε το χέρι και άρα η παρανομία είναι η λύση;

Θυμίζω ότι στις εκλογές του Ιουνίου του 2012, 426.025 Έλληνες ψήφισαν τη Χρυσή Αυγή και έστειλαν στη Βουλή 18 εκπροσώπους της. Αυτή τη στιγμή η Χρυσή Αυγή διαθέτει αρκετά χρήματα και έχει γραφεία σε όλη την Ελλάδα. Επίσης, σε όλες τις δημοσκοπήσεις λαμβάνει ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από το 6,92% που έλαβε στις εκλογές.

Άντε και την απαγορεύσαμε, άντε και διώξαμε τους βουλευτές της, άντε και κλείσαμε και τα γραφεία τους. Πιστεύει κανείς ότι θα έχουμε καταφέρει κάτι; Προτιμά κανείς να κυκλοφορούν οι νεοναζί σε καθεστώς παρανομίας στους δρόμους και να «εκδικούνται» το Κράτος που τους απαγόρευσε; Προτιμά κανείς να τους δώσει τη δυνατότητα να προπαγανδίζουν ότι «οι δημοκράτες δεν σεβάστηκαν την απόφαση του ελληνικού λαού»;

Αν απαγορευθεί η Χρυσή Αυγή, θα κοιμηθούν ξανά τα άγρια ένστικτα των πολιτών που ξύπνησαν κι αποθέωσαν το ξύλο στους μετανάστες, τα χαστούκια στην Κανέλλη και τα συσσίτια «μόνο για Έλληνες»; Δεν επιβλήθηκε νομικά ο φασισμός, ώστε να μπορεί και να καταργηθεί. Επικράτησε πολιτικά, έπεισε. Αυτή είναι η πραγματικότητα κι ας είναι ατιμωτική για τη χώρα μας.

Πολλοί κάνουν ένα μεγάλο λάθος. Πιστεύουν ότι ο κόσμος ψήφισε τη Χρυσή Αυγή κατά λάθος και γιατί «δεν ήξερε». Μπούρδες. Τριάντα μέρες μεταξύ των δυο εκλογών ήταν αρκετές για όσους μπερδεύτηκαν και μας έδειξαν ότι δεν μπερδεύτηκαν. Πολλοί υποστηρίζουν, και μάλιστα...αισιόδοξα, ότι δεν είναι όλοι οι ψηφόφοροι της Χρυσής Αυγής φασίστες. Σωστά, δεν είναι. Μήπως όμως πρέπει να προβληματιστούμε γιατί άνθρωποι που δεν είναι φασίστες προτιμούν από οποιονδήποτε άλλο, να ψηφίσουν τους φασίστες; Το κάνουν γιατί δεν έχουν πια κουράγιο να πιστέψουν κανέναν, προτιμούν να εκδικηθούν αυτούς που πίστεψαν στο παρελθόν, ακόμα κι αν η ατομική τους ευθύνη είναι τεράστια.

Τον Σεπτέμβριο του 2012, είχα γράψει ένα άρθρο που είχε συζητηθεί πολύ με τον τίτλο «Το πρόβλημα είναι ότι η Χρυσή Αυγή έχει δίκιο». Κατέληγα ως εξής:

Η Χρυσή Αυγή είναι το σύμπτωμα κι όχι η ασθένεια. Ας εστιάσουμε επιτέλους στον στόχο. Μέχρι τότε, ας μην αντιμετωπίζουμε ως εχθρό τον πολίτη που δεν εμπιστεύεται περισσότερο τον πολιτικό απατεώνα Σαμαρά από τον βίαιο Μιχαλολιάκο.

Με όλο τον σεβασμό, θα μου επιτρέψετε να θεωρώ ακόμα ότι τότε είχα εστιάσει σωστά. Το πρόβλημα δεν είναι η Χρυσή Αυγή. Το πρόβλημα είναι οι μέτριοι πολιτικοί της αντίπαλοι. Δείτε τις δημοσκοπήσεις, σαρώνει παντού ο «κανένας» και πάλι καλά που η Χρυσή Αυγή παίρνει 10-12% όταν ο «κανένας» αγγίζει σε επιμέρους ερωτήματα το 50%.  Πάλι καλά που δεν έχει καταφέρει ακόμα να τους πείσει όλους όσους αποστρέφονται τους υπόλοιπους. Το πρόβλημα είναι ότι ο πολίτης βλέπει τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο και ξέρει ότι συμμετείχαν συνειδητά στην καταστροφή της χώρας και βλέπει από την άλλη τον Τσίπρα και ξέρει ότι δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιήσει όλα όσα υπόσχεται. Και λέει αυτό που όλοι κάνουμε ότι δεν ακούμε και διστάζουμε να το γράψουμε. Λέει: «δεν πάνε να γαμηθούν όλοι τους; Χρυσή Αυγή, να τους δώσει τουλάχιστον ένα χέρι ξύλο».

Ο φασισμός έπεισε όταν καταργήθηκε η Πολιτική, όταν όλα τα υπόλοιπα κόμματα σταμάτησαν να σκέφτονται πολιτικά και να παράγουν ιδέες και οράματα. Τα μεν κόμματα του μνημονιακού στρατοπέδου αποδέχθηκαν αυτούσιο το Μνημόνιο και δεν κατέθεσαν ούτε μια δικιά τους, εθνική πρόταση και τα δε κόμματα του αντιμνημονιακού στρατοπέδου καταθέτουν μόνο μια πρόταση: την επιστροφή στο παρελθόν.

Όταν λοιπόν η πολιτική ατζέντα είναι τέτοια, όταν κανείς δεν μιλάει για το μέλλον και όλη η συζήτηση γίνεται για το παρελθόν και το μίζερο παρόν, πώς να μην είναι δημοφιλείς αυτοί που δηλώνουν διαθέσιμοι να δείρουν «αυτούς που έφταιξαν»; Στις εκλογές του 2012 κατατέθηκε στην κάλπη έστω και μισό όραμα; Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Αριστερά ψηφίστηκαν από όσους φοβήθηκαν μια καταστροφή και τους υπόλοιπους τους ψήφισαν όσοι ήταν ήδη αρκετά οργισμένοι, όσοι έκριναν ότι είχαν ήδη καταστραφεί.

Όταν όλα τα κόμματα επιχειρούν να κερδίσουν ψήφους διαχειριζόμενα τον φόβο και την οργή των πολιτών, γιατί να μην καταφέρνει να πείθει και η Χρυσή Αυγή; Πόσο μάλλον όταν το θεωρητικά βασικό της μειονέκτημα, δηλαδή η βία, είναι μια πρακτική ιδιαίτερα αποδεκτή στην ελληνική κοινωνία, πολύ πριν εμφανιστούν οι νεοναζί. Από τότε που το ξύλο έπεφτε βροχή στα γήπεδα, στα αμφιθέατρα και στις πορείες.

Φοβάμαι ότι οι περισσότεροι από αυτούς που εντοπίζουν τη λύση στην απαγόρευση της Χρυσής Αυγής είναι άνθρωποι που παραμένουν εγκλωβισμένοι στη γοητεία του εύκολου. Είναι αυτοί που πιστεύουν ότι μια ριζική αλλαγή μπορεί να επέλθει εφάπαξ, αυτοί που πιστεύουν ότι αν ήταν οι ίδιοι πρωθυπουργοί, θα τα άλλαζαν όλα σε μια μέρα. Εξάλλου, δεν θυμάμαι να ζήτησε κανείς να απαγορευθεί η Χρυσή Αυγή πριν από 5 ή 10 χρόνια. Τώρα ζητούν τη λήψη μέτρων. Δεν δίνουν μια μάχη αρχών, δίνουν μια μάχη προσαρμοσμένη στην επικαιρότητα. Γι' αυτό και κάποιοι από αυτούς πότε καταδικάζουν τη βία και πότε όχι, γι' αυτό και πότε ανέχονται το «να καεί το μπουρδέλο η Βουλή» και πότε φρίττουν από αυτούς που εκλέχθηκαν υποσχόμενοι σε βάθος χρόνου την πυρπόληση της Βουλής.

Κάπως έτσι, το πρόβλημα δεν είναι πια η επικράτηση του φασισμού αλλά η γοητεία του. Το πρόβλημα είναι οι μικροί Χρυσαυγίτες πάνε να γεννηθούν στις ψυχές όλων μας. Πάθαμε κάτι χειρότερο από το να εθιστούμε στο φόβο: εθιστήκαμε στο μίσος. Συνηθίσαμε να μισούμε. Μισούμε οι μεν τους δε. Δεν θέλουμε πια μόνο να πείσουμε με τις ιδέες και τα επιχειρήματα μας. Θέλουμε και να εκμηδενίσουμε τα υποκείμενα των αντίπαλων ιδεών, θέλουμε να υπάρχουμε μόνο εμείς και το δίκιο μας. Δεν θέλουμε να ζούμε όλοι μαζί και να μας κυβερνά αυτός που επιλέχθηκε από την πλειοψηφία. Θέλουμε να κυβερνά αυτός που μας αρέσει για να δείξουμε στους άλλους πόσο καλύτεροι τους είμαστε.

Γίναμε αλλεργικοί στη διαφορετικότητα. Βρίζουμε τους Χρυσαυγίτες που κάνουν διακρίσεις με βάση το χρώμα του δέρματος αλλά μπορούμε εύκολα να ξεστομίσουμε είτε ένα «μα αυτοί είναι με τον Σαμαρά, φασιστάκια της Δεξιάς» είτε ένα «μα αυτοί είναι με τον Τσίπρα, άπλυτα κομμούνια». Γιατί λοιπόν θέλουμε να απογορεύσουμε τη Χρυσή Αυγή; Για να μείνουμε οι υπόλοιποι να μισιόμαστε μεταξύ μας ανενόχλητοι;

Επιμένω λοιπόν ότι η Χρυσή Αυγή είναι το σύμπτωμα αυτής της κοινωνίας και όχι η ασθένεια κι εντοπίζω τη λύση μακριά από νομικές ρυθμίσεις. Πιστεύω ότι η Χρυσή Αυγή θα εξαφανιστεί ξανά και θα επιστρέψει στο μαύρο περιθώριο, όταν αυτές ή κατά προτίμηση νέες πολιτικές δυνάμεις θα έρθουν και θα μας προτείνουν να πάμε κάπου κι όχι απλώς να φύγουμε από εδώ, όταν θα μας προτείνουν να ζήσουμε με τον Χ τρόπο και δεν θα μας πουν απλώς «μην ζείτε έτσι».

Συνοψίζοντας, δεν είμαι γέρος και δεν αισθάνομαι σοφός αλλά παρ' όλα αυτά επιτρέψετε μου να μοιραστώ κάτι που η ζωή μέχρι στιγμής μου έχει διδάξει: είναι πάντα καλύτερα κάπου να πηγαίνεις από το απλώς να φεύγεις από κάπου. Όσο δεν πηγαίνεις κάπου, δεν φεύγεις από πουθενά κι εκεί σε βρίσκουν τα κοράκια. Να φύγουμε λοιπόν αλλά ας αποφασίσουμε που θα πάμε.